Αρχαία/ Νέα Ελληνική
Απλές λέξεις
ὁ ἀγών (-ώνας): (α.ε.) η
συνέλευση/ (ν.ε.) διαγωνισμός/ μάχη/ σκληρή προσπάθεια
ὁ ἀγωγός: (α.ε.) οδηγός/ (ν.ε.) σωλήνας
ἀγώγιμος: εύκολος στη μεταφορά
ἡ ἀγωγή: (α.ε.) μεταφορά/ (ν.ε.) ανατροφή
ἀγωνίζομαι: μάχομαι/ καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια
ἡ ἀγωνία: (α.ε.) συναγωνισμός/ (ν.ε.) ψυχική αβεβαιότητα
τό ἀγώνισμα: ο αθλητικός αγώνας
ἡ ἀγέλη: κοπάδι ζώων
ἡ ἀγελάς (-άδα): (α.ε.) αυτή που ανήκει στην αγέλη/ (ν.ε.) το θηλυκό βόδι
ἀγελαῖος: αυτός που ανήκει στην αγέλη/ ο χυδαίος
τό ἄγημα: τμήμα στρατού
Σύνθετες λέξεις
ὁ ἀνταγωνιστής: ο αντίπαλος
διάγω: (α.ε.) μεταφέρω στο απέναντι μέρος/ (ν.ε.) διαβιώνω
εἰσάγω: βάζω μέσα/ φέρνω κάτι στη χώρα μου από άλλη χώρα/ καθιερώνω
εἰσακτέος: αυτός που πρέπει να εισαχθεί
ἐξάγω: βγάζω έξω/ πουλάω κάτι από τη χώρα μου σε άλλη χώρα/συμπεραίνω
κατάγω: (α.ε.) οδηγώ προς τα κάτω/ (ν.ε.) επιτυγχάνω
ξεναγώ: οδηγώ τους ξένους
παράγω: δημιουργώ/ σχηματίζω λέξη από άλλη
συνάγω (συνάζω): συγκεντρώνω
ἡ σύναξις (-η): η συγκέντρωση
ὁ κυνηγός: αυτός που κυνηγάει/ επιθετικός παίκτης ποδοσφαίρου
ὁ μυσταγωγός: αυτός που μυεί στα μυστήρια, ο κατηχητής/ δάσκαλος
ὁ λοχαγός: ο αρχηγός του λόχου
ὀ ξεναγός: αυτός που οδηγεί τους ξένους
ὁ οδηγός: αυτός που οδηγεί, κατευθύνει
παιδαγωγός: δάσκαλος/ αυτός που ασχολείται με την παιδαγωγική επιστήμη
ὑδραγωγός: αυλάκι/ σωλήνας
ό ὑδραγωγεῖον (-είο): δεξαμενή όπου αποθηκεύεται το νερό που διοχετεύεται στην πόλη
διάγω: (α.ε.) μεταφέρω στο απέναντι μέρος/ (ν.ε.) διαβιώνω
εἰσάγω: βάζω μέσα/ φέρνω κάτι στη χώρα μου από άλλη χώρα/ καθιερώνω
εἰσακτέος: αυτός που πρέπει να εισαχθεί
ἐξάγω: βγάζω έξω/ πουλάω κάτι από τη χώρα μου σε άλλη χώρα/συμπεραίνω
κατάγω: (α.ε.) οδηγώ προς τα κάτω/ (ν.ε.) επιτυγχάνω
ξεναγώ: οδηγώ τους ξένους
παράγω: δημιουργώ/ σχηματίζω λέξη από άλλη
συνάγω (συνάζω): συγκεντρώνω
ἡ σύναξις (-η): η συγκέντρωση
ὁ κυνηγός: αυτός που κυνηγάει/ επιθετικός παίκτης ποδοσφαίρου
ὁ μυσταγωγός: αυτός που μυεί στα μυστήρια, ο κατηχητής/ δάσκαλος
ὁ λοχαγός: ο αρχηγός του λόχου
ὀ ξεναγός: αυτός που οδηγεί τους ξένους
ὁ οδηγός: αυτός που οδηγεί, κατευθύνει
παιδαγωγός: δάσκαλος/ αυτός που ασχολείται με την παιδαγωγική επιστήμη
ὑδραγωγός: αυλάκι/ σωλήνας
ό ὑδραγωγεῖον (-είο): δεξαμενή όπου αποθηκεύεται το νερό που διοχετεύεται στην πόλη
Νέα Ελληνική
Απλές λέξεις
αγωγιμότητα: η δυνατότητα μεταφοράς
αγωγιάτης: ο επαγγελματίας που αναλαμβάνει τη μεταφορά
αγώ(γ)ι: το φορτίο που μεταφέρεται/ η αμοιβή για τη μεταφορά φορτίου
αγωγιάτης: ο επαγγελματίας που αναλαμβάνει τη μεταφορά
αγώ(γ)ι: το φορτίο που μεταφέρεται/ η αμοιβή για τη μεταφορά φορτίου
Σύνθετες λέξεις
συναξάρι: βιβλίο που περιέχει τις βιογραφίες αγίων και μαρτύρων
το φορτηγό: όχημα που μεταφέρει φορτία
επιβατηγός: αυτός που αναφέρεται στους επιβάτες/ το πλοίο για επιβάτες
πλοηγός: οδηγός πλοίου/ πιλότος
παρθεναγωγείο: εκπαιδευτήριο θηλέων
οχηματαγωγό: το πλοίο που μεταφέρει οχήματα
νηπιαγωγός: παιδαγωγός νηπίων
το φορτηγό: όχημα που μεταφέρει φορτία
επιβατηγός: αυτός που αναφέρεται στους επιβάτες/ το πλοίο για επιβάτες
πλοηγός: οδηγός πλοίου/ πιλότος
παρθεναγωγείο: εκπαιδευτήριο θηλέων
οχηματαγωγό: το πλοίο που μεταφέρει οχήματα
νηπιαγωγός: παιδαγωγός νηπίων
Το ρήμα άγω
Το ρήμα άγω (= οδηγώ,
φέρνω) και τα σύνθετά του (εισάγω, εξάγω, διάγω, προσάγω, ανάγω, προάγω, ενάγω,
παράγω, συνάγω, απάγω, περιάγω, κατάγω) σχηματίζει τους χρόνους του από δυο
θέματα: από το θέμα αγ- τους εξακολουθητικούς χρόνους: Ενεστώτα, Παρατατικό και
Εξακολουθητικό Μέλλοντα και από το θέμα αγαγ- τους στιγμιαίους χρόνους:
Στιγμιαίο Μέλλοντα, Αόριστο, Παρακείμενο και Υπερσυντέλικο.
Θα πούμε λοιπόν:
Θα πούμε λοιπόν:
Ενεστώτας: Η χώρα μας εισάγει και εξάγει διάφορα
προϊόντα.
Παρατατικός: » εισήγε και εξήγε
(συνέχεια, στο παρελθόν).
Εξακ. Μέλλων: » κάθε χρόνο θα εισάγει και θα εξάγει.
Στιγμ. Μέλλων: » σύντομα θα εξαγάγει ροδάκινα.
Αόριστος: » το 1988 εξήγαγε μεγάλες ποσότητες.
Παρακείμενος: » φέτος έχει ήδη εξαγάγει τη μισή παραγωγή
Υπερσυντέλ.: » πέρυσι είχε εξαγάγει λιγότερα.
Ενεστ. Υποτ. » πρέπει κάθε χρόνο να εξάγει ροδάκινα.
Αόρ. Υποτ. » φέτος ελπίζεται να εξαγάγει περισσότερα.
Εξακ. Μέλλων: » κάθε χρόνο θα εισάγει και θα εξάγει.
Στιγμ. Μέλλων: » σύντομα θα εξαγάγει ροδάκινα.
Αόριστος: » το 1988 εξήγαγε μεγάλες ποσότητες.
Παρακείμενος: » φέτος έχει ήδη εξαγάγει τη μισή παραγωγή
Υπερσυντέλ.: » πέρυσι είχε εξαγάγει λιγότερα.
Ενεστ. Υποτ. » πρέπει κάθε χρόνο να εξάγει ροδάκινα.
Αόρ. Υποτ. » φέτος ελπίζεται να εξαγάγει περισσότερα.
Η Κρήτη
εξάγει κάθε χρόνο πολλά πορτοκάλια. Πέρυσι όμως είχε εξαγάγει (και όχι είχε
εξάγει) λιγότερα. Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να διεξαγάγει (και όχι να διεξάγει)
σύντομα εκλογές. Από αύριο ο υπουργός θα διεξάγει (και όχι θα διεξαγάγει)
διαπραγματεύσεις με τους εργαζομένους.
Οι χρόνοι δυο ρημάτων σύνθετων με το άγω, στη χρήση των οποίων συχνά γίνονται
λάθη:
Ενεστώτας
|
εξάγω
|
παράγω
|
Παρατατικός
|
εξήγα
|
παρήγα
|
Μέλλοντας
εξακολουθητικός
|
θα εξάγω
|
θα παράγω
|
Μέλλοντας
στιγμιαίος
|
θα εξαγάγω
|
θα παραγάγω
|
Αόριστος
|
εξήγαγα
|
παρήγαγα
|
Παρακείμενος
|
έχω εξαγάγει
|
έχω παραγάγει
|
Υπερσυντέλικος
|
είχα εξαγάγει
|
είχα παραγάγει
|
Μέλλοντας
συντελεσμένος
|
θα έχω εξαγάγει
|
θα έχω
παραγάγει
|
Και κάποια παραδείγματα ορθής χρήσης του
ρήματος:
Η Κύπρος από τα αρχαία
χρόνια παρήγε ωραία κρασιά.
Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να διεξάγει αντικειμενική έρευνα κάθε φορά που υποβάλλονται συγκεκριμένες καταγγελίες.
Θα σε προαγάγω, όταν συμπληρώσεις δέκα χρόνια υπηρεσίας.
Δεν είναι σωστό οι κρατούντες να προάγουν τους δικούς τους.Θα εισαγάγουμε μετρήσιμα κριτήρια. Στόχος μας είναι να παράγουμε τόσες ποσότητες όσες μας είναι αναγκαίες.
Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να διεξάγει αντικειμενική έρευνα κάθε φορά που υποβάλλονται συγκεκριμένες καταγγελίες.
Θα σε προαγάγω, όταν συμπληρώσεις δέκα χρόνια υπηρεσίας.
Δεν είναι σωστό οι κρατούντες να προάγουν τους δικούς τους.Θα εισαγάγουμε μετρήσιμα κριτήρια. Στόχος μας είναι να παράγουμε τόσες ποσότητες όσες μας είναι αναγκαίες.
Πολύ καλή δουλειά, ωραίες παρατηρήσεις και παραδείγματα για τους μαθητές
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ για το σχόλιό σας!
ΑπάντησηΔιαγραφή