Αρχαία / Νέα Ελληνική
Το κτήμα: οτιδήποτε αποτελεί ιδιοκτησία κάποιου
Κτηματικός: αυτός που έχει σχέση με κτήματα ή με την κατοχή
ακινήτων
Κτητικός: αυτός που έχει την τάση να κατέχει ή να ελέγχει
πρόσωπα ή πράγματα
Κτηνώδης: αυτός που έχει συμπεριφορά ζώου
Β.Σύνθετα
Η κατάκτησις: η
απόκτηση αγαθού με μεθοδικές προσπάθειες
Ακτήμων: αυτός που δεν έχει καθόλου περιουσία
Κτηνοτρόφος: αυτός που εκτρέφει ζώα
Νέα Ελληνική
Α.Απλά
Κτηματίας: αυτός που κατέχει εκτάσεις γης
Κτητορικός: αυτός που αναφέρεται στον κτήτορα
Κτηνωδία: συμπεριφορά που μοιάζει με αυτή των ζώων
Β.Σύνθετα
Αποκτώ: κάνω κάτι δικό μου
Κτηματαγορά: ό,τι έχει σχέση με την αγορά και την πώληση
ακινήτων
Κτηματολόγιο: το δημόσιο/επίσημο βιβλίο, στο οποίο
απογράφονται τα ακίνητα και καταχωρίζονται οι δικαιοπραξίες που αναφέρονται στα
ακίνητα
Κτηματομεσίτης: αυτός που ασχολείται με τις αγορές και τις πωλήσεις
ακινήτων
Κοινοκτημοσύνη: η από κοινού χρήση και κυριότητα υλικών αγαθών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου