Από το Α έως το Ω: Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ
Συναντηθήκαμε το καλοκαίρι στο γραφείο της στην Πλάκα. Ευδιάθετη και φιλόξενη, αποκρίνεται στο γνωστό μας παιχνίδι αυθόρμητων συνειρμών με διαβρωτικό χιούμορ, ευθείες απαντήσεις και υπέροχες αφηγήσεις. Η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ είναι μια
χαρισματική προσωπικότητα, μια αειθαλής δασκάλα που απολαμβάνει κανείς να ακούει, μια δυναμική γυναίκα που δεν διστάζει να συγκρουστεί με την καθεστηκυία άποψη όταν δηλώνει ότι «Είμαστε οι πιο μεγάλοι ρατσιστές της Ευρώπης. Και αυτό γιατί θεωρούμε τον εαυτό μας καλύτερο από τους άλλους». Παράλληλα, λύνει μια μεγάλη παρεξήγηση: «Δεν έφυγα με το Ματαρόα! Δέκα χρόνια μετά πήγα στη Γαλλία», ενώ συμβουλεύει τους νέους «να έχουν ένα όνειρο και να το κυνηγήσουν με τα πόδια στη γη και τα μάτια στον ουρανό».
χαρισματική προσωπικότητα, μια αειθαλής δασκάλα που απολαμβάνει κανείς να ακούει, μια δυναμική γυναίκα που δεν διστάζει να συγκρουστεί με την καθεστηκυία άποψη όταν δηλώνει ότι «Είμαστε οι πιο μεγάλοι ρατσιστές της Ευρώπης. Και αυτό γιατί θεωρούμε τον εαυτό μας καλύτερο από τους άλλους». Παράλληλα, λύνει μια μεγάλη παρεξήγηση: «Δεν έφυγα με το Ματαρόα! Δέκα χρόνια μετά πήγα στη Γαλλία», ενώ συμβουλεύει τους νέους «να έχουν ένα όνειρο και να το κυνηγήσουν με τα πόδια στη γη και τα μάτια στον ουρανό».
Απώλεια: «Πραγματική απώλεια είναι όταν οι γυναίκες κρύβουν τα χρόνια τους και χάνουν αναμνήσεις. Είναι αυτό που έλεγε ο Τσαρούχης: μια κυρία όλο και έκοβε τα χρόνια της στα γενέθλιά της, οπότε, κάποια στιγμή, εκείνος της ευχήθηκε να τα μηδενίσει!».
Βαρβαρότητα: «Το μόνο πράγμα που μπορεί να κάνει καλύτερους τους ανθρώπους είναι να ξέρουν τον διπλανό τους. Να μάθουν να αναγνωρίζουν το δίκιο και στον διπλανό τους. H γνώση του Άλλου είναι αυτό που καθιστά κάποιον μη βάρβαρο. Η αποδοχή της αλήθειας του Άλλου εκπολιτίζει τον άνθρωπο».
Γεννήθηκα: «Από τα έξι παιδιά της οικογένειάς μου, είμαι το μόνο παιδί που γεννήθηκα στην Αθήνα, στον Βύρωνα. Από τον τελευταίο μου αδερφό έχω έξι χρόνια διαφορά και από τον μεγαλύτερο δεκαπέντε. Οι γονείς μου ήρθαν από τη Μικρά Ασία το ‘22. Η μάνα μου, πρόσφυγας τότε, χωρίς σπίτι, χωρίς λεφτά, ήθελε να «με ρίξει», όπως λέγανε τότε. Η μαμή της περιοχής, η κυρία Ξηρουχάκη, της είπε: «Βρε, Καλλιρόη, μπορεί αυτό το παιδί να είναι το καλύτερο». Ε, ήταν και θεοφοβούμενη η μάνα μου και τελικά με άφησε και γεννήθηκα. Τη μέρα που γεννήθηκα, δηλαδή 28 προς 29 Αυγούστου του 1926, ο πατέρας μου είχε βάλει την οικογένειά του σε κάτι καράβια. Και τα δύο βούλιαξαν στις Φλέβες, στη Βουλιαγμένη, τη μέρα που γεννήθηκα. Και έτσι ήμουν το ‘μικρό και το γρουσούζικο’ της οικογένειας».
Δώρο: «Εμείς λέμε ‘δώρο Θεού’. Και, όντως, θεωρώ πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει ένα δώρο Θεού. Το τι το κάνει μετά είναι άλλη ιστορία. Τώρα, το πρώτο θεϊκό δώρο είναι η ανθρωπιά. Φέρουμε τον Θεό μέσα μας, αρκεί να είμαστε σε θέση να το συνειδητοποιήσουμε».
Ελλάδα-Εμφύλιος: «Αν υπάρχει μία κατάρα μεγάλη στην Ελλάδα, αυτή είναι η διχόνοια. Αν θέλομε να αποδείξουμε, με κάποιο τρόπο, ότι έχουμε σχέση με τους αρχαίους Ελληνες, είναι μόνο αυτό. Από τον διχασμό, στην αρχαιότητα δεν έμεινε κανένας όρθιος. Αυτός ο διχασμός, η διχόνοια, ο εμφύλιος είναι η καθημερινότητά μας. Η Ελλάδα, ως πνεύμα, είναι συνώνυμη με αυτή την εριστική, εμφυλιακή τάση».
Ζορίζομαι: «Με τον χρόνο. Γιατί, ναι μεν ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι ανθρώπινη επινόηση, αλλά, από την άλλη μεριά, είναι σίγουρο ότι όλη η οργάνωση ενός ανθρώπου, σε επίπεδο καθημερινότητας, είναι το πιο δύσκολο πράγμα. Ολοι έχουν όνειρα στη ζωή για το τι θα κάνουν σε δέκα χρόνια, που θα πάνε διακοπές σε έξι μήνες, ποιον θα ερωτευθούν, αλλά το θέμα είναι πως τα βγάζεις πέρα την κάθε μέρα. Ε, εδώ ζορίζομαι πολύ γιατί η μέρα έχει μόνο είκοσι τέσσερις ώρες».
Ήρωες: «Αν υποφέρει από κάτι η παιδεία μας σήμερα, είναι ότι οι μόνοι ήρωές μας είναι οι ποδοσφαιριστές και οι τηλεπαρουσιαστές. Η έννοια του ήρωα είναι προφανώς υποβαθμισμένη. Ο Βολταίρος είχε γράψει κάτι σπουδαίο: ‘Δεν θεωρώ ήρωες τους πολεμιστές-καταστροφείς των πόλεων, αλλά αυτούς που έχουν πολεμήσει για τα δικαιώματα του ανθρώπου’. Επίσης, αν ξέραμε καλά την ιστορία, θα είχαμε διαγράψει πολλούς ‘ήρωες’ και κατά συνέπεια θα αλλάζαμε πολλά ονόματα δρόμων και πλοίων που φέρουν τα ονόματά τους. Ηρωες είναι αυτοί που η ιστορία έχει καταγράψει ως ήρωες, άσχετα αν ήταν ηρωικοί ή όχι».
Θεός: «Στη Γαλλία, με ρωτούν συχνά οι δημοσιογράφοι: ‘Υπάρχει Θεός;’, και απαντώ: ‘Δεν θα πω ποτέ ότι δεν υπάρχει’».
Θαύμα: «Στα Γαλλικά, σε αντίθεση με τα Ελληνικά, ο ‘έρωτας’ και η ‘αγάπη’ είναι η ίδια λέξη (amour). Το θαύμα είναι να μην είσαι υποχρεωμένος να διαλέξεις ανάμεσα σε αυτά τα δύο, αλλά τα δύο να είναι ένα. Ακούω να λένε, ‘όταν πεθαίνει ο έρωτας, μένει η αγάπη’. Μα, η αγάπη δεν είναι παρηγόρια».
Ιστορία: «Μικρή θυμάμαι ήμουν αντάρτικο παιδί. Στο Βύρωνα, που μέναμε, κάναμε διάφορα. Για παράδειγμα, τεντώναμε ένα σκοινάκι χαμηλά από τη μία άκρη του δρόμου στην άλλη και όποιος πέρναγε, σκοτωνόταν. Μετά, το αφήναμε κάτω, όπου δεν φαινόταν μέσα στο χώμα και τα χαλίκια, και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Φαντάσου, παίζαμε τόσο ελεύθερα και ανέμελα, γιατί δεν περνούσε ούτε δείγμα αυτοκινήτου».
Καλοσύνη: «Μία από τις μεγάλες βυζαντινές αρετές είναι η φιλανθρωπία, με την έννοια της κατανόησης του Άλλου. Ένα από τα αυτοκρατορικά σύμβολα στο Βυζάντιο είναι η ακακία ή ανεξικακία, που θεωρείται μιμητής Θεού. Η καλοσύνη είναι να είσαι μιμητής Θεού».
Λάθη: «Το μόνο λάθος μου ή μάλλον η μόνη έγνοια που μπορεί να με κάνει να πετάγομαι κάποια βράδια στον ύπνο μου είναι ότι μπορεί να έχω κάνει το λάθος να έχω ταπεινώσει ανθρώπους που εξαρτώνται από μένα -είτε το κατάλαβα, είτε όχι».
Μητρότητα: «Οι μόνες ιδιότητες που αναγνωρίζω στον εαυτό μου είναι ότι είμαι μάνα και δασκάλα».
Ματαρόα: «Α, έλα να λύσουμε επιτέλους αυτή την παρεξήγηση. Δεν έφυγα με το Ματαρόα! Δέκα χρόνια μετά πήγα στη Γαλλία».
Ντροπή: «Είχα αρχίσει το κάπνισμα στα δώδεκα-δεκατρία μου. Καταλαβαίνεις ότι κρυβόμουν για να καπνίσω. Αυτό συνεχίστηκε στην Αντίσταση και στη Γαλλία, όπου δίδασκα και κάπνιζα τέσσερα πακέτα Gauloises την ημέρα. Αυτή ήταν η ντροπή μου τότε. Το έκοψα το 1975 και πια δεν έχω καμία ντροπή».
Νέα Γενιά: «Κάθε γενιά είναι νέα και οι χαμένοι παράδεισοι είναι δικαίωμα των γέρων. Ολες οι ωραίες κυρίες που ήταν κάποτε Ταναγραίες, γίνανε έπειτα γραίες». (γελάει)
Ξένος: «Είμαι στην Αμερική και προεδρεύω σε ένα μεγάλο μουσείο. Πολλά χρόνια πριν, μετά την Κατοχή, ένας ανιψιός του πατέρα μου, που είχε μεταναστεύσει στην Αμερική, του στέλνει σε ένα φάκελο εκατό δολάρια. Ο πατέρας μου από δω τα πήγαινε, από κει τα έφερνε, δεν ήξερε τι να τα πρωτοκάνει. Κάποια στιγμή, πεθαίνει ο πατέρας μου, και κανείς μας δεν ήξερε που ήταν τα εκατό δολάρια, που τόσο είχαμε ανάγκη. Και να, που χρόνια μετά, στην Αμερική πάλι, σε αυτό το μουσείο, εγώ, η ξένη, να υπογράφω ως Ελένη Αρβελέρ για την αγορά ενός πίνακα μια επιταγή τρία εκατομμύρια δολάρια».
Όνειρα: «Αν είχα να δώσω μια συμβουλή στους νέους, θα ήταν να έχουν ένα όνειρο και να το κυνηγήσουν με τα πόδια στη γη και τα μάτια στον ουρανό».
Πολιτική & Πολιτικοί: «Από παιδί, όταν υπέφεραν οι δικοί μου από τη Μικρασιατική καταστροφή, εγώ άκουγα πάντα στο σπίτι μου ότι είναι δύο τα θηλυκά κακά που μας κατέστρεψαν: η ιστορία και η πολιτική. Τώρα, ό,τι και να κάνει κανείς είναι πολιτική –και δεν είναι ανάγκη να είναι πολιτικάντης. Από τη στιγμή που οι πράξεις μας αφορούν και κάποιον άλλον, είμαστε πολιτικά όντα. Γι’ αυτό και οι πολιτικοί πρέπει να σκέφτονται τον Άλλον και όχι τον εαυτό τους».
Ρατσισμός: «Είμαστε οι πιο μεγάλοι ρατσιστές της Ευρώπης. Και αυτό γιατί θεωρούμε τον εαυτό μας καλύτερο από τους άλλους».
Σημείο Μηδέν: «Το να μην ξέρεις που πας, να κάνεις πράγματα που δεν ελέγχεις και να λες ότι φταίει πάντα ο άλλος. Αυτές οι πρακτικές σε καθηλώνουν και δεν πας πουθενά. Μένεις στο μηδέν, δηλαδή».
Τραύμα: «Όταν έχεις πάθει ένα τραύμα, δεν μπορείς ποτέ να το ξεχάσεις. Είναι όπως το λάστιχο, το οποίο κάθε φορά που το τεντώνεις, δεν επανέρχεται ποτέ στην αρχική του θέση –είναι κάθε φορά λίγο πιο χαλαρωμένο. Ε, και το τραύμα ομοίως σου αφαιρεί δυνάμεις, είτε σωματικές είτε πνευματικές-ψυχικές. Και από τα τραύματά του δεν γλιτώνει κανείς. Και, βέβαια, το μεγαλύτερο τραύμα είναι η ζωή, γιατί είναι, εντέλει, θανάσιμο».
ΥΠΠΟ: «Δεν απαντώ».
Φόβοι: «Άκου, πέρασα την Κατοχή. Όταν με έπιασαν οι Ταγματασφαλίτες που ήταν με τους Γερμανούς, με άφησαν κάποια στιγμή στο Παγκράτι. Είχα να ανέβω μια ανηφόρα. Καθώς προχωρούσα, ήμουν σίγουρη πως θα μου ρίξουν από πίσω. Όταν, πια, πέρασα το οπτικό τους σημείο και δεν μπορούσαν πια να μου ρίξουν, κουτρουβάλησα την κατηφόρα».
Χρήματα: «Καμία σχέση. Δεν ξέρω ούτε να μετρώ! Σκέψου, έφερα εδώ κάτι οικονομίες μου, όταν όλοι κοίταγαν να βγάλουν τα χρήματά τους έξω. Προέδρευα στο Pompidou, το οποίο είχε προϋπολογισμό πενήντα εκατομμύρια φράνκα -χωρίς να υπολογίσουμε τα χρήματα που μας έδιναν για να αγοράσουμε πίνακες- και δεν ήξερα πόσα μηδενικά ήταν μπροστά στα μάτια μου κάθε φορά. Δεν είναι τα χρήματα το φόρτε μου! Μολονότι λέω πως όποιος έχει το χρήμα, έχει και το σχήμα».
Ψέματα: «Το ψέμα δεν είναι το αντίθετο της αλήθειας. Αυτό είναι ψέμα. Το ψέμα είναι αυθύπαρκτο. Επίσης, είναι αυτό που κρατά ανθρώπους όρθιους. Δείτε τι ψέματα λέμε στον εαυτό μας. Είμαστε αυτοψεύτες».
Ωραίοι Έλληνες: «Ε, όχι, φτάνει πια! Οι Ελληνες είναι τόσο ωραίοι, όσο είναι και οι υπόλοιποι άνθρωποι».
Πηγή: http://www.kathimerini.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου