Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ''ΕΛΛΗΝΙΚΑ''- ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ


ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ &27-32

Ο δε Λύσσανδρος, αφού πια ήταν η πέμπτη μέρα που οι Αθηναίοι έπλεαν εναντίον του, παρήγγειλε σ ’αυτούς που κατασκόπευαν τους Αθηναίους κατά διαταγή του, όταν τους δουν να έχουν αποβιβαστεί και να έχουν διασκορπιστεί στην Χερρόνησο (πράγμα που έκαναν πολύ περισσότερο καθημερινά και αγόραζαν τα τρόφιμά τους από μακριά και περιφρονούσαν το Λύσσανδρο επειδή δεν ανοίγονταν εναντίον τους)επιστρέφοντας με τα πλοία προς αυτόν να  σηκώσουν ψηλά μια ασπίδα στη μέση της διαδρομής. Κι εκείνοι τα έκαναν όπως πρόσταξε.
Ο Λύσανδρος αμέσως σήμανε να πλεύσουν το γρηγορότερο και συμπορεύονταν μαζί τους ο Θώραξ έχοντας το πεζικό. Κι ο Κόνων βλέποντας την επιθετική ενέργεια έδωσε σήμα να τρέξουν αμέσως στα πλοία. Επειδή όμως οι άνθρωποι ήταν διασκορπισμένοι, άλλα από τα πλοία βρέθηκαν με δύο σειρές κοπηλάτες, άλλα με μία σειρά κοπηλάτες κι άλλα εντελώς άδεια. Το πλοίο του Κόνωνα κι άλλα 7 που ήταν κοντά του  με τα πληρώματά τους ανοίχτηκαν συγκεντρωμένα, μαζί και η Πάραλος κι όλα τα υπόλοιπα ο Λύσανδρος τα έπιασε κοντά στην ξηρά .Τους περισσότερους άνδρες τους έπιασε στην ξηρά ενώ οι υπόλοιποι κατέφυγαν σε μικρά οχυρά. Ο Κόνων, λοιπόν, φεύγοντας με τα 9 πλοία, μόλις κατάλαβε πως οι Αθηναίοι καταστράφηκαν αφού προσορμίστηκε στην Αβαρνίδα, το ακρωτήριο της Λαμψάκου, πήρε από’ κει τα μεγάλα πανιά των πλοίων του Λυσάνδρου και ο ίδιος με 8 καράβια απέπλευσε προς τον Ευαγόρα στην Κύπρο, η δε Πάραλος απέπλευσε προς την Αθήνα για ν’ αναγγείλει τα γεγονότα.
Ο Λύσανδρος, λοιπόν, τα πλοία και τους αιχμαλώτους και όλα τα υπόλοιπα τα οδήγησε στη Λάμψακο, συνέλαβε δε και από τους στρατηγούς κι άλλους και τον Φιλοκλή και τον Αδείμαντο. Την ίδια μέρα που κατόρθωσε αυτά, έστειλε τον πειρατή Θεόπομπο τον Μιλήσιο στη Σπάρτη, για ν’ αναγγείλει όσα συνέβησαν ,ο οποίος αφού έφτασε ύστερα από 3 μέρες τα ανήγγειλε. Ύστερα απ’ αυτά ο Λύσανδρος, αφού συγκέντρωσε τους συμμάχους, διέταξε ν’ αποφασίσουν για τους αιχμαλώτους. Εκεί, λοιπόν, έγιναν πολλές κατηγορίες εναντίον των Αθηναίων και για όσα είχαν ήδη παρανομήσει και για όσα είχαν αποφασίσει να κάνουν, αν νικούσαν στη ναυμαχία, να κόψουν δηλαδή το δεξί χέρι όλων των ζωντανών αιχμαλώτων και για το ότι όταν συνέλαβαν 2 τριήρεις, μια Κορινθιακή και μια Ανδριώτικη, όλους τους άνδρες τους τους πέταξαν στη θάλασσα. Ο Φιλοκλής ήταν ο στρατηγός των Αθηναίων που (τους σκότωσε )ή τους συκοφάντησε. Ειπώθηκαν κι άλλα πολλά κι αποφασίστηκε να εκτελέσουν από  τους αιχμαλώτους όσους ήταν Αθηναίοι εκτός απ’ τον Αδείμαντο επειδή μόνο αυτός εναντιώθηκε στην εκκλησία του δήμου στο ψήφισμα για την αποκοπή των χεριών. Κατηγορήθηκε όμως από κάποιους ότι πρόδωσε τα πλοία. Κι ο Λύσανδρος, αφού ρώτησε πρώτα το Φιλοκλή, ο οποίος είχε πετάξει στη θάλασσα τους Ανδρίους και Κορινθίους, τι θα ήταν άξιος να πάθει αφού άρχισε να παρανομεί κατά των Ελλήνων, τον έσφαξε.

ΒΙΒΛΙΟ 2.ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2.&1-4

Αφού ,λοιπόν, ο Λύσανδρος ρύθμισε την κατάσταση στη Λάμψακο τοποθετώντας δικούς του ανθρώπους, έπλεε προς το Βυζάντιο  και την Καλχηδόνα. Και οι κάτοικοι τον υποδέχονταν, αφού άφησαν ελεύθερους τους φρουρούς των Αθηναίων προστατευόμενους από σπονδές. Κι αυτοί που παρέδωσαν το Βυζάντιο με προδοσία στον Αλκιβιάδη, τότε κατέφυγαν στο Πόντο κι ύστερα στην Αθήνα, όπου έγιναν Αθηναίοι πολίτες. Κι ο Λύσανδρος τους φρουρούς των Αθηναίων και αν έβλεπε κάποιον άλλον Αθηναίο τους έστελνε στην Αθήνα επιτρέποντας να πλέουν με ασφάλεια μόνο προς αυτήν και όχι αλλού, γιατί γνώριζε πως όσο περισσότεροι συγκεντρωθούν στην  πόλη και τον Πειραιά γρηγορότερα θα υπήρχε και έλλειψη τροφίμων. Αφού άφησε, λοιπόν, στο Βυζάντιο και την Καλχηδόνα ως αρμοστή το Σθενέλαο από την Λακωνία ο ίδιος έπλευσε προς τη Λάμψακο κι επισκεύαζε τα πλοία.
Και στην Αθήνα ,όταν έφτασε η Πάραλος τη νύχτα διαδιδόταν η συμφορά και από τον Πειραιά έφτανε ο θρήνος στην πόλη διαμέσου των μακρών τειχών καθώς ανήγγειλε την είδηση ο ένας στον άλλον. Επομένως εκείνη τη νύχτα κανείς δεν κοιμήθηκε, γιατί θρηνούσαν όχι μόνο εκείνους που χάθηκαν, αλλά πολύ περισσότερο οι ίδιοι τους εαυτούς τους, επειδή νόμιζαν ότι θα πάθαιναν όσα έκαναν οι ίδιοι στους Μηλίους, που ήταν κάτοικοι των Αθηναίων όταν νίκησαν μα πολιορκία και στους κατοίκους της Ισταίας και της Σκιώνης και της Τορώνης και της Αίγινας και σε πολλούς άλλους από τους Έλληνες. Την επόμενη μέρα κάλεσαν την εκκλησία του δήμου στην οποία αποφασίστηκε  να φράξουν τα λιμάνια εκτός από ένα, να επισκευάσουν τα τείχη, να τοποθετήσουν φρουρές και να ετοιμάζουν την πόλη σ’ όλα τ’ άλλα σαν για πολιορκία.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ, ΒΙΒΛΙΟ 2, ΚΕΦ.  2 & 5-15

Κι ενώ έτσι είχαν τα πράγματα ο Θηραμένης είπε στην εκκλησία του δήμου ότι, αν θέλουν αυτόν τον ίδιο να στείλουν στο Λύσανδρο, θα επιστρέψει γνωρίζοντας για ποιόν λόγο από τους δυο ήθελαν οι Λακεδαιμόνιοι να γκρεμίσουν τα τείχη, για να υποδουλώσουν δηλαδή την πόλη ή για να έχουν αυτό ως εγγύηση υποταγής.  Όταν τον έστειλαν, λοιπόν, έμεινε κοντά στο Λύσανδρο πάνω από 3 μήνες καιροφυλακτώντας πότε οι Αθηναίοι θα ήταν έτοιμοι να συμφωνήσουν σε ό,τι τους έλεγε κάποιος εξαιτίας της έλλειψης όλων των εφοδίων.  Όταν γύρισε ,λοιπόν, κατά τον 4ο μήνα, είπε στην εκκλησία του δήμου ότι ο Λύσανδρος τον κρατούσε ως τότε κι έπειτα τον διέταξε να πάει στη Σπάρτη.  Γιατί (υποστήριζε ο Λύσανδρος) δεν ήταν αυτός αρμόδιος για όσα τον ρωτούσε, αλλά οι έφοροι.  Μετά απ’ αυτά εκλέχτηκε ο ίδιος μαζί με άλλους 9 πρεσβευτής με απόλυτες δικαιοδοσίες.
Ο Λύσανδρος στο μεταξύ έστειλε στους εφόρους μαζί με άλλους Σπαρτιάτες, τον Αριστοτέλη, που ήταν Αθηναίος εξόριστος για ν’ αναγγείλει ότι αποκρίθηκε στο Θηραμένη πως οι έφοροι ήταν αρμόδιοι τόσο για την ειρήνη όσο και για τον πόλεμο.  Ο Θηραμένης δε και οι υπόλοιποι πρέσβεις, όταν έφτασαν στη Σελλασία και ρωτήθηκαν με ποιες προτάσεις είχαν έλθει είπαν ότι ήταν εξουσιοδοτημένοι να συνάψουν ειρήνη κι ύστερα απ’ αυτό οι έφοροι διέταξαν να τους καλέσουν στη Σπάρτη. Κι όταν ήρθαν, συγκάλεσαν συνέλευση στην οποία οι Κορίνθιοι και κυρίως οι Θηβαίοι αλλά και πολλοί άλλοι από τους Έλληνες  αντιπρότειναν να μην συνθηκολογήσουν με τους Αθηναίους αλλά να την καταστρέψουν (την Αθήνα).
Οι Λακεδαιμόνιοι, όμως, αρνήθηκαν να εξανδραποδίσουν μια Ελληνική πόλη που τόσο μεγάλο καλό έκανε στην Ελλάδα όταν διέτρεχε μέγιστους κινδύνους (την περσική κατάκτηση)  αλλά συνήψαν ειρήνη με τον όρο να γκρεμίσουν και τα μακρά τείχη και τον Πειραιά και να παραδώσουν όλα τα πλοία εκτός από 12 και να φέρουν πίσω τους εξόριστους και να έχουν τους ίδιους εχθρούς και φίλους με τους Λακεδαιμονίους και να τους ακολουθούν και στην ξηρά και στη θάλασσα σ’ όποιο μέρος κι αν εκστρατεύσουν ως αρχηγοί.  Ο Θηραμένης δε και οι υπόλοιποι πρέσβεις που ήταν μαζί του μετέφεραν τους όρους στην Αθήνα.
Εισερχόμενοι (στην πόλη) πολύς κόσμος τους περικύκλωνε, επειδή φοβόταν μήπως γύρισαν άπρακτοι.  Γιατί δεν χωρούσε άλλη αναβολή εξαιτίας του πλήθους των νεκρών απ’ την πείνα.  Την επόμενη μέρα ανήγγειλαν οι πρέσβεις με ποιους όρους  έκαναν οι Λακεδαιμόνιοι την ειρήνη.  Εξ ονόματος όλων μίλησε ο Θηραμένης υποστηρίζοντας πως πρέπει να πεισθούν στους Λακεδαιμόνιους και να γκρεμίσουν τα τείχη.  Κι επειδή λίγοι είχαν αντιρρήσεις και οι περισσότεροι επιδοκίμαζαν, αποφάσισαν να δεχθούν την ειρήνη.  .Μετά απ’ αυτά ο Λύσανδρος κατέπλευσε στον Πειραιά και οι εξόριστοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους και γκρέμισαν τα τείχη, ενώ αυλητρίδες έπαιζαν τον αυλό με μεγάλη προθυμία νομίζοντας ότι εκείνη η ημέρα ήταν η πρώτη μέρα της  ελευθερίας στην Ελλάδα.


Σύνδεση με τα προηγούμενα

    Μετά την πλήρη υποταγή της Αθήνας στη Σπάρτη, ο δήμος εξέλεξε 30 άνδρες για να ρυθμίσουν στο εξής την πολιτική κατάσταση του κράτους και να κυβερνήσουν σύμφωνα με τους ΄΄πάτριους νόμους΄΄.Στο μεταξύ έπεσε και η Σάμος, το τελευταίο προπύργιο της δημοκρατίας, στην κυριαρχία του  Λύσανδρου ο οποίος επέστρεψε στη Σπάρτη με πολλά λάφυρα, αφού προηγουμένως καθόρισε το τυραννικό καθεστώς στην Αθήνα.  
     Οι 30 από την άλλη αθέτησαν την υπόσχεσή τους να κυβερνήσουν σύμφωνα με τους νόμους κι άρχισαν να κυβερνούν με τρόπο τυραννικό και αδίστακτο. Απέσπασαν από τους εφόρους της Σπάρτης, με τη βοήθεια του Λύσανδρου ,και φρουρά για την προσωπική τους ενίσχυση. Στο εξής εξόντωναν κάθε ύποπτο ή επικίνδυνο γι’ αυτούς πολίτη. Νωρίς, ωστόσο ,φάνηκε ο διχασμός στην ηγεσία των Τριάκοντα μεταξύ του αδίστακτου Κριτία και του μετριοπαθούς Θηραμένη, ο οποίος προτιμούσε μια πιο φιλολαϊκή πολιτική, εν αντιθέσει με τον πρώτο που ασκούσε τη βιαιότερη μορφή της τυραννίας.
      Ο Θηραμένης, λοιπόν, αντιδρά στο τρομοκρατικό αυτό καθεστώς, συκοφαντείται στους βουλευτές και οδηγείται σε δίκη. Ο Κριτίας αγορεύει στο δικαστήριο εναντίον του Θηραμένη, αποκαλώντας τον προδότη, ύπουλο και ΄΄κόθορνο΄΄.Ο Θηραμένης απολογείται υποστηρίζοντας ότι πάντα υπήρξε μετριοπαθής  και δίκαιος στις  πολιτικές του επιλογές.     

Μετάφραση,Κεφ.3 &50-56
   Μόλις ο Θηραμένης είπε αυτά, σταμάτησε και η βουλή φανερά επιδοκίμασε με φωνές και ο Κριτίας επειδή κατάλαβε ότι αν επέτρεπε τη βουλή να αποφασίσει γι’ αυτόν με ψηφοφορία  θα γλίτωνε την καταδίκη και αυτό δεν μπορούσε να το ανεχτεί, αφού πλησίασε τους Τριάκοντα και συνομίλησε για λίγο μαζί τους ,βγήκε έξω και διέταξε αυτούς που είχαν τα εγχειρίδια να σταθούν κοντά στα κιγκλιδώματα  έτσι ώστε να φαίνονται στους βουλευτές.
      Κι αφού ξαναγύρισε είπε: «Κύριοι βουλευτές ,νομίζω πως έργο κάθε  πολιτικού ηγέτη τέτοιου όπως πρέπει , είναι αν τυχόν βλέπει να εξαπατώνται οι φίλοι του να μη το επιτρέπει. Και εγώ, λοιπόν, αυτό θα κάνω. Και μάλιστα αυτοί εδώ που έχουν σταθεί κοντά στα κιγκλιδώματα αρνήθηκαν ότι θα μας επιτρέψουν αν αφήσουμε έναν πολίτη που καταστρέφει με φανερό τρόπο την ολιγαρχία. Βέβαια στους καινούριους νόμους αναφέρεται πως δεν επιτρέπεται να εκτελείται χωρίς τη δική σας απόφαση όποιος περιλαμβάνεται στους καταλόγους των τρισχιλίων, ενώ  τους εκτός καταλόγου οι Τριάκοντα έχουν το δικαίωμα να τους καταδικάζουν σε θάνατο. Εγώ, λοιπόν, συνέχισε ο Κριτίας αυτόν εδώ τον Θηραμένη τον διαγράφω απ’ τον κατάλογο με τη σύμφωνη γνώμη όλων μας. Και αυτόν, συνέχισε, εμείς τον καταδικάζουμε σε θάνατο».   
     Μόλις άκουσε αυτά ο Θηραμένης ανεπήδησε από το βωμό και είπε: «Εγώ κύριοι βουλευτές  σας ικετεύω στο όνομα της ίδιας της δικαιοσύνης να μην έχει ό Κριτίας το δικαίωμα  να διαγράφει από τον κατάλογο ούτε εμένα ούτε από’ σας όποιον θέλει ,αλλά τον ίδιο νόμο που αυτοί έγραψαν για όσους βρίσκονται στον κατάλογο, σύμφωνα μ’ αυτόν να αποφασίζεται και για σας και για μένα.
        Κι αυτό είπε ,μα τους Θεούς, το γνωρίζω, ότι δηλαδή αυτός ο βωμός καθόλου δεν θα με ωφελήσει ,αλλά θέλω ν’ αποδείξω κι αυτό, ότι αυτοί είναι όχι μόνο εντελώς άδικοι με τους ανθρώπους ,αλλά και ασεβέστατοι με τους θεούς. Μ’ εσάς, όμως απορώ, είπε, άνδρες καλοί κι αγαθοί,   που δεν θα βοηθήσετε οι ίδιοι τους εαυτούς σας και μάλιστα ενώ γνωρίζετε  ότι το δικό μου όνομα δεν σβήνεται ευκολότερα απ’ το όνομα του καθενός σας».
       Μετά απ’ αυτό  ο κήρυκας των Τριάκοντα κάλεσε  τους Ένδεκα να συλλάβουν το Θηραμένη. Κι όταν εκείνοι μπήκαν μέσα μαζί με τους υπηρέτες, έχοντας ως επικεφαλής τον Σάτυρο που ήταν πάρα πολύ  θρασύς και αναιδής, είπε ο Κριτίας: «Σας παραδίδουμε αυτόν εδώ τον Θηραμένη που έχει κατακριθεί από το νόμο. Κι εσείς αφού τον πάρετε και τον οδηγήσετε[οι ένδεκα] εκεί που πρέπει να κάνετε όσα επιβάλλει η δικαστική απόφαση.»
        Μόλις τα είπε αυτά, ο Σάτυρος τον τραβούσε με τη βία από το βωμό, τον τραβούσαν και οι υπηρέτες. Ο δε Θηραμένης, όπως ήταν φυσικό, επικαλούνταν τους θεούς και τους ανθρώπους να δουν όσα συνέβαιναν .Και η βουλή δεν αντιδρούσε μια κι έβλεπε στα κιγκλιδώματα όλους αυτούς που ήταν όμοιοι με το Σάτυρο και την είσοδο του βουλευτηρίου που ήταν γεμάτη φρουρούς και δεν αγνοούσαν ότι παρευρίσκονταν εκεί έχοντας μαζί τους τα εγχειρίδια .
         Κι εκείνοι μετέφεραν βίαια τον άνδρα  μέσα στην αγορά  ενώ αυτός με πολύ δυνατή φωνή δήλωνε σε όλους αυτά που πάθαινε.Λέγεται μάλιστα και μία φράση του. Όταν του είπε ο Σάτυρος ότι θα θρηνούσε αν δε σιωπούσε εκείνος απάντησε ρωτώντας : «Και  αν σιωπήσω δεν θα θρηνήσω;» Και όταν με τη βία αναγκάστηκε να πιει το κώνειο για να πεθάνει έλεγαν πως όσο είχε μείνει στο ποτήρι το έριξε σταγόνα σταγόνα παίζοντας κότταβο και είπε: «στην υγειά του καλού Κριτία». Και δεν αγνοώ αυτό, ότι δηλαδή αυτά τα αποφθέγματα δεν είναι αξιόπιστα, όμως θαυμάζω εκείνο το στοιχείο του άνδρα, ότι δηλαδή ενώ ο θάνατος ήταν κοντά δεν του έλειψαν ούτε η αυτοκυριαρχία και το χιούμορ, ούτε η ετοιμότητα του πνεύματος.




                                                                                              ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:
                                                                                                           
                                                                                             ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου